The Mess
Το να βάλω τάξη, πρόγραμμα, σειρά, ο,τιδήποτε τέλοσπαντων απαιτεί πνευματική διαύγεια και λογική, ήταν πάντα δύσκολη υπόθεση για μένα.
Από το γραφείο μου ως τη ζωή μου, αλλά ας μη «βαρύνουμε»
πάλι το κλίμα κι ας επικεντρωθώ στη... ζωή μου. Ναι, 2nd grade joke, kind of.
Αποφάσισα –να άλλη μια λέξη παντελώς ανάρμοστη για μένα- να τακτοποιήσω λίγο ένα χάος της ζωής μου χθες βράδυ.
Πάλεψα για περίπου τρεις ώρες, και περισσότερο, με χαρτιά και τα γράμματά τους, τα νούμερα... μα γέλασα τόσο που σκέφτηκα ότι σε περίπτωση τρομερού μετασεισμού μπορεί να με ανέσυραν μέσα από όλα αυτά τα χαρτιά... δηλαδή πόσο πιο pathetic μπορείς να φανείς, αν ο κόσμος μάθει ότι στις 4 το ξημέρωμα ασχολείσαι με κάτι τέτοιο...
Κατέληξα με το ίδιο χάος, αλλά πιο μοιρασμένο, σχεδόν αρμονικά. Τώρα όλα αυτά τα χαρτιά δεν είναι σε στοίβες πάνω στο γραφείο. Έχω μερικές ακόμη εκεί, τέσσερις στο πάτωμα και κάμποσες στριμωγμένες όπως-όπως στη βιβλιοθήκη. Δουλειά στη μέση, αλλά δε βαριέσαι, κάπως έτσι πάει πάντα. Ύστερα είπα ότι «είμαι σε καλό δρόμο, αύριο θα γίνει πιο εύκολα το υπόλοιπο» και, ναι, δεν ήμουν ποτέ πιο σίγουρη, απόψε, όπως θα μπω στα σκοτεινά στο δωμάτιο για να βάλω γρήγορα το καινούριο μου cd να παίζει, από τη χαζοχαρά μου θα γλιστρήσω πάνω σε κάποια Α4, πιθανότατα θα σωριαστώ κι αν η μέρα έχει πάει λίγο στραβά οι τόσο αρμονικά βολεμένες στοίβες μου θα απλωθούν σε παράταιρο κολάζ σε όλα τα μήκη του δωματίου... πλάκα θα χει.
Κατέβαλα όμως φιλότιμες προσπάθειες να τα τακτοποιήσω και ύστερα άρχισα να ξεθάβω... μα αυτό ακριβώς είναι το χειρότερο πράγμα όταν προσπαθείς να βάλεις τάξη. Η διαλογή. Πρέπει να πετάξεις και λίγη σαβούρα, δεν γίνεται. Κάπως έτσι βρίσκεις το ηλίθιο γράμμα που είχες γράψει για το πιο ηλίθιο διάστημα της ζωής σου και νιώθεις τρεις φορές ηλίθιος, γιατί το έγραψες, γιατί το έζησες και γιατί, ακόμη και τώρα, δεν τολμάς να το διαβάσεις για να μην πολλαπλασιαστεί ο αριθμός της ηλιθιότητάς σου. Κάπως έτσι βρίσκεις τα αμέτρητα ταμπελάκια, που, διάολε, ποτέ δεν κατάλαβες γιατί δεν πετάς, τα γράμματά της που στέλνει για να νιώσεις πιθανότατα λίγο χαρούμενη, κι εσύ κάθε φορά απλώνεις τη μελάνη τους -λες κι αυτός ήταν ο σκοπός, μα τι βλάκας... και βρίσκεις το πακέτο από τα τσιγάρα, αναμνηστικό από μια βραδιά με ένα φίλο που πάντα αγαπούσες πάρα πολύ, χωρίς να πολυκαταλαβαίνεις γιατί - μετά κατάλαβες και το κρατάς ακόμη, μαζί με άλλα... βρίσκεις τα αποδεικτικά από την εποχή που το «εγώ» σου είχε φουσκώσει τόσο, που υπερκάλυπτε την –ούτως ή άλλως προβληματική- όρασή σου και κυνηγούσες φαντάσματα - λες και είχε κανένα νόημα να ξεπέσεις ακόμη πιο πολύ στα μάτια ενός τέτοιου ανθρώπου... και τις αποτυχημένες φωτογραφίες από τα village και τις σημειώσεις από τη σχολή, που χρωστάς ακόμη καμιά 10αρια μαθήματα και τις ερωτήσεις, που σου θυμίζουν το άγχος κάθε φοράς και το χαλασμένο κασετοφωνάκι που δεν έχεις επιστρέψει, και το μπρελόκ που γλυκοκοίταζες και λίγο να σε κάνει να «λυγίσεις», και τις ευχές που απλά γράφτηκαν για το καλό, ή τις άλλες που ήταν για να φτιάξει στ’ αλήθεια λίγο ακόμη η μέρα, και... και... και...
Ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με το ξεσκαρτάρισμα... ποτέ δεν μπορούσα να πετάξω κάτι εύκολα... κάπως έτσι με τα ταμπελάκια, κάπως έτσι με πολλά άλλα. Νομίζω ότι πονάνε ή κάτι τέτοιο... Μικρότερη θυμάμαι ότι μια φορά αποπειράθηκα να κόψω το κεφάλι από το πόνι. Μετά νομίζω του ζητούσα συγγνώμη καθημερινά, για τις επόμενες δέκα μέρες. Ελπίζω να με έχει συγχωρήσει.
Άλλα κεφάλια πάντως από τότε δεν έκοψα. Αλλά συγγνώμη ζητάω. Συνήθως από τον εαυτό μου. Κάποια μέρα από αυτές (...) θα βάλω γενικώς τάξη. Εννοώ, έκανα μια κάποια δουλειά όλο αυτόν τον καιρό, που ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ πρέπει να κάνει το υπόλοιπο «έργο» μου πιο εύκολο. Άλλωστε, αν και δεν είμαι πολύ σταθερή στα συμπεράσματά μου, έχω πια μια ακλόνητη πεποίθηση πως τα πράγματα είναι στ’ αλήθεια πολύ απλά. Είναι πόσο θες να τα περιπλέξεις το θέμα. Αν κάτι σε κάνει ευτυχισμένο, ή έστω χαρούμενο, και δε χαλά το κέφι κάποιου άλλου, δεν μπορεί να ‘ναι κάτι κακό... αν κάτι σου χαλάει τη μέρα, τη νύχτα, το μυαλό, δεν μπορεί να θες να το κρατάς. Αν κάτι μοιάζει λάθος και μέσα σου γίνεται συλλαλητήριο πως έτσι ακριβώς είναι, δεν μπορείς να κάνεις τον κουφό. Κι αν τον κάνεις μην κυνηγάς μετά την κακή μοίρα. Αν κάτι δεν πήγε καλά, υποθέτω δεν χρειάζεται να βασανίζεις ούτε μισό δέκατο ακόμη το μυαλό σου, αφού τελείωσε... κι αν κάτι παλεύει να αρχίσει, δεν χρειάζεται να βάζεις στοιχήματα. Απλά ένα χεράκι ίσως... μπορεί και να κουνάει για «αντίο», αλλά ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει... όχι μοιρολατρικά. Αξιοκρατικά. Απολύτως, μα τον Τουτατή.
:: Στις 4.15 όλα ήταν ένα συνηθισμένο χάος. Στις 9.30 θα θυμώσω που δεν τελείωσα ό,τι άρχισα. Μα κάπου στις 23.59 θα δοκιμάσω να έχω ξεμπερδέψει... ::
Από το γραφείο μου ως τη ζωή μου, αλλά ας μη «βαρύνουμε»
πάλι το κλίμα κι ας επικεντρωθώ στη... ζωή μου. Ναι, 2nd grade joke, kind of.
Αποφάσισα –να άλλη μια λέξη παντελώς ανάρμοστη για μένα- να τακτοποιήσω λίγο ένα χάος της ζωής μου χθες βράδυ.
Πάλεψα για περίπου τρεις ώρες, και περισσότερο, με χαρτιά και τα γράμματά τους, τα νούμερα... μα γέλασα τόσο που σκέφτηκα ότι σε περίπτωση τρομερού μετασεισμού μπορεί να με ανέσυραν μέσα από όλα αυτά τα χαρτιά... δηλαδή πόσο πιο pathetic μπορείς να φανείς, αν ο κόσμος μάθει ότι στις 4 το ξημέρωμα ασχολείσαι με κάτι τέτοιο...
Κατέληξα με το ίδιο χάος, αλλά πιο μοιρασμένο, σχεδόν αρμονικά. Τώρα όλα αυτά τα χαρτιά δεν είναι σε στοίβες πάνω στο γραφείο. Έχω μερικές ακόμη εκεί, τέσσερις στο πάτωμα και κάμποσες στριμωγμένες όπως-όπως στη βιβλιοθήκη. Δουλειά στη μέση, αλλά δε βαριέσαι, κάπως έτσι πάει πάντα. Ύστερα είπα ότι «είμαι σε καλό δρόμο, αύριο θα γίνει πιο εύκολα το υπόλοιπο» και, ναι, δεν ήμουν ποτέ πιο σίγουρη, απόψε, όπως θα μπω στα σκοτεινά στο δωμάτιο για να βάλω γρήγορα το καινούριο μου cd να παίζει, από τη χαζοχαρά μου θα γλιστρήσω πάνω σε κάποια Α4, πιθανότατα θα σωριαστώ κι αν η μέρα έχει πάει λίγο στραβά οι τόσο αρμονικά βολεμένες στοίβες μου θα απλωθούν σε παράταιρο κολάζ σε όλα τα μήκη του δωματίου... πλάκα θα χει.
Κατέβαλα όμως φιλότιμες προσπάθειες να τα τακτοποιήσω και ύστερα άρχισα να ξεθάβω... μα αυτό ακριβώς είναι το χειρότερο πράγμα όταν προσπαθείς να βάλεις τάξη. Η διαλογή. Πρέπει να πετάξεις και λίγη σαβούρα, δεν γίνεται. Κάπως έτσι βρίσκεις το ηλίθιο γράμμα που είχες γράψει για το πιο ηλίθιο διάστημα της ζωής σου και νιώθεις τρεις φορές ηλίθιος, γιατί το έγραψες, γιατί το έζησες και γιατί, ακόμη και τώρα, δεν τολμάς να το διαβάσεις για να μην πολλαπλασιαστεί ο αριθμός της ηλιθιότητάς σου. Κάπως έτσι βρίσκεις τα αμέτρητα ταμπελάκια, που, διάολε, ποτέ δεν κατάλαβες γιατί δεν πετάς, τα γράμματά της που στέλνει για να νιώσεις πιθανότατα λίγο χαρούμενη, κι εσύ κάθε φορά απλώνεις τη μελάνη τους -λες κι αυτός ήταν ο σκοπός, μα τι βλάκας... και βρίσκεις το πακέτο από τα τσιγάρα, αναμνηστικό από μια βραδιά με ένα φίλο που πάντα αγαπούσες πάρα πολύ, χωρίς να πολυκαταλαβαίνεις γιατί - μετά κατάλαβες και το κρατάς ακόμη, μαζί με άλλα... βρίσκεις τα αποδεικτικά από την εποχή που το «εγώ» σου είχε φουσκώσει τόσο, που υπερκάλυπτε την –ούτως ή άλλως προβληματική- όρασή σου και κυνηγούσες φαντάσματα - λες και είχε κανένα νόημα να ξεπέσεις ακόμη πιο πολύ στα μάτια ενός τέτοιου ανθρώπου... και τις αποτυχημένες φωτογραφίες από τα village και τις σημειώσεις από τη σχολή, που χρωστάς ακόμη καμιά 10αρια μαθήματα και τις ερωτήσεις, που σου θυμίζουν το άγχος κάθε φοράς και το χαλασμένο κασετοφωνάκι που δεν έχεις επιστρέψει, και το μπρελόκ που γλυκοκοίταζες και λίγο να σε κάνει να «λυγίσεις», και τις ευχές που απλά γράφτηκαν για το καλό, ή τις άλλες που ήταν για να φτιάξει στ’ αλήθεια λίγο ακόμη η μέρα, και... και... και...
Ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με το ξεσκαρτάρισμα... ποτέ δεν μπορούσα να πετάξω κάτι εύκολα... κάπως έτσι με τα ταμπελάκια, κάπως έτσι με πολλά άλλα. Νομίζω ότι πονάνε ή κάτι τέτοιο... Μικρότερη θυμάμαι ότι μια φορά αποπειράθηκα να κόψω το κεφάλι από το πόνι. Μετά νομίζω του ζητούσα συγγνώμη καθημερινά, για τις επόμενες δέκα μέρες. Ελπίζω να με έχει συγχωρήσει.
Άλλα κεφάλια πάντως από τότε δεν έκοψα. Αλλά συγγνώμη ζητάω. Συνήθως από τον εαυτό μου. Κάποια μέρα από αυτές (...) θα βάλω γενικώς τάξη. Εννοώ, έκανα μια κάποια δουλειά όλο αυτόν τον καιρό, που ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ πρέπει να κάνει το υπόλοιπο «έργο» μου πιο εύκολο. Άλλωστε, αν και δεν είμαι πολύ σταθερή στα συμπεράσματά μου, έχω πια μια ακλόνητη πεποίθηση πως τα πράγματα είναι στ’ αλήθεια πολύ απλά. Είναι πόσο θες να τα περιπλέξεις το θέμα. Αν κάτι σε κάνει ευτυχισμένο, ή έστω χαρούμενο, και δε χαλά το κέφι κάποιου άλλου, δεν μπορεί να ‘ναι κάτι κακό... αν κάτι σου χαλάει τη μέρα, τη νύχτα, το μυαλό, δεν μπορεί να θες να το κρατάς. Αν κάτι μοιάζει λάθος και μέσα σου γίνεται συλλαλητήριο πως έτσι ακριβώς είναι, δεν μπορείς να κάνεις τον κουφό. Κι αν τον κάνεις μην κυνηγάς μετά την κακή μοίρα. Αν κάτι δεν πήγε καλά, υποθέτω δεν χρειάζεται να βασανίζεις ούτε μισό δέκατο ακόμη το μυαλό σου, αφού τελείωσε... κι αν κάτι παλεύει να αρχίσει, δεν χρειάζεται να βάζεις στοιχήματα. Απλά ένα χεράκι ίσως... μπορεί και να κουνάει για «αντίο», αλλά ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει... όχι μοιρολατρικά. Αξιοκρατικά. Απολύτως, μα τον Τουτατή.
:: Στις 4.15 όλα ήταν ένα συνηθισμένο χάος. Στις 9.30 θα θυμώσω που δεν τελείωσα ό,τι άρχισα. Μα κάπου στις 23.59 θα δοκιμάσω να έχω ξεμπερδέψει... ::
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home