people i know, people i knew... people i will forget... (no such people)
Η Ε. έφυγε πριν μερικούς μήνες. Απλά, πολύ απλά. Δεν είχαμε δάκρυα, ούτε καν χειραψία, στην ουσία δεν είπαμε ποτέ με λέξεις "αντίο". Είχαμε χωρίσει πολύ καιρό πριν τους δρόμους μας. Αν ποτέ συναντήθηκαν. Τώρα μιλάμε καμιά φορά, για καμιά τυπική ή ίσως και όχι ευχή και ίσως βρεθούμε κάποτε, αν εγώ αποφασίσω να πάρω τον μακρύ εκείνο δρόμο του γυρισμού. Πράγμα που δεν προβλέπεται ούτε στο χαρωπό εκείνο πλαίσιο της λέξης "διακοπές". Οχι για τώρα. Αν περνά από τη θέληση του τελευταίου καιρού μου, όχι για πολύ...
Η Ε. υπήρξε κάποτε πολλά. Τώρα υπάρχει κάπου μακριά, ίσως ευτυχισμένη, ίσως να δουλεύει τον δρόμο της για την ευτυχία, κάπως έμοιαζε να ξέρει εκείνη τι θέλει και νομίζω αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι και αυτοί που συνήθως το βρίσκουν. Είναι μια σκέψη που με κάνει να ανησυχώ... Καμιά φορά. Δάκρυα, είχαμε μάλλον, αλλά όχι με την μάλλον (x2) συνηθισμένη εικόνα. Κάποιες φορές το έχω εύκολο το κλάμα, κι ας μη θέλω, εκείνες τις φορές δηλαδή είναι που είναι εύκολο, και κάπως έτσι έριξα και λίγο πότισμα στο άσπρο πουλόβερ εκείνη τη μέρα και κάπως έτσι πάλι είπα "αντίο", μόνη μου το είπα, δεν ξανασκέφτηκα πολύ την Ε., μόνο σε καμιά γιορτή ή κάποιο τραγούδι ή κάποιο αστείο μπορεί να πέρασε από το πίσω μέρος του μυαλού μου, αλλά δεν την βλέπω πια καλά...
Ο Κ. είχε φύγει χωρίς πολλά λόγια, πριν μερικά χρόνια, δεν είχαμε αποχαιρετισμούς ούτε με εκείνον, γιατί έπρεπε να μείνει με κάποιο τρόπο στη ζωή μου αυτός ο άνθρωπος και μερικά χρόνια μετά είναι ακόμη εκεί και λέω κι ένα "ευχαριστώ" που και που, επειδή ευτυχώς αν τίποτε δεν κρατάει για πάντα, κάποια πράγματα κρατάνε ακόμη.
Η Φ. έφυγε χωρίς λέξη, χωρίς σημείο ζωής. Γύρισα άπρακτη, απελπισμένη και νομίζω ήμουν και πληγωμένη και τη βρήκα εκεί που την έβρισκα από τα 7 μου χρόνια όταν ακόμη είχε πλάκα να φωνάζουμε η μία την άλλη από τα μπαλκόνια στις 4 η ώρα το μεσημέρι και να βλέπουμε το αγριεμένο βλέμμα της απέναντι, που νομίζαμε θα μας πετούσε μία από τις απαίσιά πολλές γλάστρες της κάποια φορά, αλλά όχι, αυτές, μαζί και κάτι ποτήρια, τις φυλούσε για το κεφάλι του -μάλλον- μέθυσου άντρα της. Αυτοί δε φώναζαν τα μεσημέρια, φώναζαν βράδυ συνήθως κι εγώ τα βράδια έλειπα. Η Φ. ήταν εκεί και μου έλεγε. Εκεί τη βρήκα, σε ένα -ακόμη- φτιαγμένο ψέμα και κάπου εκεί πρέπει να κατάλαβα πως πάλι κάποιο λάθος είχα κάνει. Οχι δεν είναι οι πρώτες αγάπες/φιλίες/γειτονιές που θα κουβαλάς μαζί σου για πάντα...
Η Β. έφυγε επειδή είπε πολλές λέξεις κι εγώ δεν ήθελα τότε να τις ακούσω. Ζούσα στο δικό μου παραμύθι, που νόμιζα ήταν πιο σημαντικό από τα πιο ζωντανά γέλια των 15 μου και από τις πιο ζωντανές στιγμές μου, ακόμη κι αν ακούγεται στ' αλήθεια τόσο αδιάφορο να έχεις περάσει μερικές από τις πιο αλησμόνητες ευτυχίες της ζωής σου σε βρώμικα σκαλιά ή παίζοντας bubble-bubble με το "μικρό, μαύρο φόρεμα". Η Β. ξαναφάνηκε και αυτή τη φορά μιλάω εγώ πολύ και προσπαθώ μάλλον να μιλάω για να μην θυμάμαι ή μην καταλάβει τις ενοχές μου, αλλά αλλάξαμε και οι λέξεις μας δε συναντιούνται πια το ίδιο και οι εποχές του bubble-bubble πέρασαν, ακόμη και στο playstation έχω ένα τηλεχειριστήριο.
Ο Ζ. έφυγε, αφού ήρθε ξανά και ξανά κάτω από την παλιά πόρτα και χτύπησε ξημερώματα και έλεγε, έλεγε..., αλλά μετά σταμάτησε γιατί μάλλον κατάλαβε πως δεν άξιζε τον κόπο όταν ύστερα από 6-7 - αλήθεια πόσα; - χρόνια είδε με τα ίδια του τα μάτια πως η ζωή προχωρά, ναι, λυπάμαι, το είχα δει εγώ πριν από εσένα, πιο πάνω, η πρώτη αγάπη όχι δεν είναι σου λέω και παντοτινή...
Ο Γ. έφυγε ύστερα από απεγνωσμένες προσπάθειες για κάτι που στη θολούρα του δεν έδειχνε σίγουρος πως έχει καταλάβει τι είναι, αλλά το πάλευε, μετά χάθηκε και δεν έχει και τόση σημασία γιατί δεν υπήρξε και κάτι να έχω ζήσει, για να νοσταλγώ.
Ο Σ. έφυγε μάλλον ξαφνικά, εγώ τουλάχιστον ξαφνιάστηκα, περισσότερο ίσως που ήταν μπορεί και η πιο σύντομη γνωριμία μου με κάποιον που έχω πει τόσα πολλά, χωρίς σχεδόν να τον έχω δει, αλλά τουλάχιστον γλιτώσαμε αυτούς τους απαίσιους αποχαιρετισμούς που δεν μπορείς να αφήσεις τον άλλο, λες και θα αλλάξει κάτι, αφού αύριο πάλι το ίδιο θα είναι όλα κι αν δεν είναι δεν έχει και τόση σημασία γιατί κάποια πράγματα δεν χρειάζεται πάντα να συνεχίζονται, για να είναι απαραίτητα καλά.
Ο Α. έφυγε γιατί έτσι αποφάσισε, κι αυτός χωρίς λόγια, δεν του αρέσει νομίζω να μιλάει όταν σοβαρεύουν τα πράγματα, άλλωστε νομίζει ότι έφυγε για να ξαναγυρίσει και εγώ πιστεύω όλες του τις καλές προθέσεις, αλλά δεν θέλω να μπλεχτώ πάλι σε κάποιου είδους τρελό σενάριο, που κατά βάθος δεν πιστεύω κι άλλωστε όποτε πίστεψα δεν βρήκα άλλον να νιώθει μα-λά-κας, από μένα. Εφυγε και είπε ότι είναι για λίγο, μεταξύ μας έχω την αίσθηση πως κι αυτός μπορεί να σκεφτόταν πως τίποτε δεν είναι πιο πολύ από το "για λίγο", αλλά από την άλλη αν το έβλεπε όπως εγώ μπορεί να του χαλούσε αυτό το τόσο σίγουρο, βαρύ "εγώ", αφού ξέρουμε καλά, οι άντρες δεν κλαίνε και αυτός είναι ο μόνος που δεν θα μου άρεσε να δω να καταρρίπτει για πολλοστή φορά τον (γαμω)μύθο.
οι άντρες κλαίνε και κλαίνε πολύ. κάποιοι γιατί δεν ντρέπονται που τους συμβαίνει αυτό και κάποιοι άλλοι γιατί δεν ντρέπονται να κλάψουν ξανά και ξανά, για να σε πείσουν πως όλα μέσα τους πονάνε. κάποιοι γονατίζουν στα τέσσερα και παρακαλάνε, το έχω δει να συμβαίνει, και άλλοι παλεύουν με τα δάκρυα τους, γιατί δεν πρέπει, λένε, ή δεν θέλουν, λέω. κάποιοι δεν φοβούνται να συρθούν, αλλά όσούς είδα ήταν επειδή -νομίζω- τελικά έχουν μάθει σε τούτου του είδους το περπάτημα... η φύση. ή η λύση... όχι ακριβώς...
κάπως, με κάποιο τρόπο, θα βρω κάποτε τη λύση να σταματήσω τους αποχαιρετισμούς, αφού τόσο τους σιχαίνομαι. είναι αυτό που λέγαμε με ένα γνωστό, πως, κι αυτός δηλαδή όπως κι εγώ, δεν είμαστε καλοί στο να τελειώνουμε πράγματα.
ελπίζω η λύση να είναι πως δεν θα χρειαστεί να τελειώσω τίποτε άλλο από εδώ και πέρα γιατί εύχομαι πολύ ό,τι έμεινε να μην πρέπει να χαθεί... για τους δικούς του λόγους. έχω αφήσει λίγο χώρο για ό,τι μπορεί να μην βρήκα ακόμη και να είναι τόοοοσο καλό, αλλά είναι λίγος, γιατί κάποια έμειναν και αξίζουν οοοοόλο τον χώρο κι ακόμη παραπάνω. έχω αφήσει λίγο χώρο για κάποιους που μπορεί κάποτε να γυρίσουν, μπορεί και όχι, αλλά έστω και έτσι αυτό είναι ένα κενό που νομίζω θέλω να κρατήσω, τιμής ένεκεν ή κάπως έτσι... κανένα άλλο.
we are -almost- full.
Η Ε. υπήρξε κάποτε πολλά. Τώρα υπάρχει κάπου μακριά, ίσως ευτυχισμένη, ίσως να δουλεύει τον δρόμο της για την ευτυχία, κάπως έμοιαζε να ξέρει εκείνη τι θέλει και νομίζω αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι και αυτοί που συνήθως το βρίσκουν. Είναι μια σκέψη που με κάνει να ανησυχώ... Καμιά φορά. Δάκρυα, είχαμε μάλλον, αλλά όχι με την μάλλον (x2) συνηθισμένη εικόνα. Κάποιες φορές το έχω εύκολο το κλάμα, κι ας μη θέλω, εκείνες τις φορές δηλαδή είναι που είναι εύκολο, και κάπως έτσι έριξα και λίγο πότισμα στο άσπρο πουλόβερ εκείνη τη μέρα και κάπως έτσι πάλι είπα "αντίο", μόνη μου το είπα, δεν ξανασκέφτηκα πολύ την Ε., μόνο σε καμιά γιορτή ή κάποιο τραγούδι ή κάποιο αστείο μπορεί να πέρασε από το πίσω μέρος του μυαλού μου, αλλά δεν την βλέπω πια καλά...
Ο Κ. είχε φύγει χωρίς πολλά λόγια, πριν μερικά χρόνια, δεν είχαμε αποχαιρετισμούς ούτε με εκείνον, γιατί έπρεπε να μείνει με κάποιο τρόπο στη ζωή μου αυτός ο άνθρωπος και μερικά χρόνια μετά είναι ακόμη εκεί και λέω κι ένα "ευχαριστώ" που και που, επειδή ευτυχώς αν τίποτε δεν κρατάει για πάντα, κάποια πράγματα κρατάνε ακόμη.
Η Φ. έφυγε χωρίς λέξη, χωρίς σημείο ζωής. Γύρισα άπρακτη, απελπισμένη και νομίζω ήμουν και πληγωμένη και τη βρήκα εκεί που την έβρισκα από τα 7 μου χρόνια όταν ακόμη είχε πλάκα να φωνάζουμε η μία την άλλη από τα μπαλκόνια στις 4 η ώρα το μεσημέρι και να βλέπουμε το αγριεμένο βλέμμα της απέναντι, που νομίζαμε θα μας πετούσε μία από τις απαίσιά πολλές γλάστρες της κάποια φορά, αλλά όχι, αυτές, μαζί και κάτι ποτήρια, τις φυλούσε για το κεφάλι του -μάλλον- μέθυσου άντρα της. Αυτοί δε φώναζαν τα μεσημέρια, φώναζαν βράδυ συνήθως κι εγώ τα βράδια έλειπα. Η Φ. ήταν εκεί και μου έλεγε. Εκεί τη βρήκα, σε ένα -ακόμη- φτιαγμένο ψέμα και κάπου εκεί πρέπει να κατάλαβα πως πάλι κάποιο λάθος είχα κάνει. Οχι δεν είναι οι πρώτες αγάπες/φιλίες/γειτονιές που θα κουβαλάς μαζί σου για πάντα...
Η Β. έφυγε επειδή είπε πολλές λέξεις κι εγώ δεν ήθελα τότε να τις ακούσω. Ζούσα στο δικό μου παραμύθι, που νόμιζα ήταν πιο σημαντικό από τα πιο ζωντανά γέλια των 15 μου και από τις πιο ζωντανές στιγμές μου, ακόμη κι αν ακούγεται στ' αλήθεια τόσο αδιάφορο να έχεις περάσει μερικές από τις πιο αλησμόνητες ευτυχίες της ζωής σου σε βρώμικα σκαλιά ή παίζοντας bubble-bubble με το "μικρό, μαύρο φόρεμα". Η Β. ξαναφάνηκε και αυτή τη φορά μιλάω εγώ πολύ και προσπαθώ μάλλον να μιλάω για να μην θυμάμαι ή μην καταλάβει τις ενοχές μου, αλλά αλλάξαμε και οι λέξεις μας δε συναντιούνται πια το ίδιο και οι εποχές του bubble-bubble πέρασαν, ακόμη και στο playstation έχω ένα τηλεχειριστήριο.
Ο Ζ. έφυγε, αφού ήρθε ξανά και ξανά κάτω από την παλιά πόρτα και χτύπησε ξημερώματα και έλεγε, έλεγε..., αλλά μετά σταμάτησε γιατί μάλλον κατάλαβε πως δεν άξιζε τον κόπο όταν ύστερα από 6-7 - αλήθεια πόσα; - χρόνια είδε με τα ίδια του τα μάτια πως η ζωή προχωρά, ναι, λυπάμαι, το είχα δει εγώ πριν από εσένα, πιο πάνω, η πρώτη αγάπη όχι δεν είναι σου λέω και παντοτινή...
Ο Γ. έφυγε ύστερα από απεγνωσμένες προσπάθειες για κάτι που στη θολούρα του δεν έδειχνε σίγουρος πως έχει καταλάβει τι είναι, αλλά το πάλευε, μετά χάθηκε και δεν έχει και τόση σημασία γιατί δεν υπήρξε και κάτι να έχω ζήσει, για να νοσταλγώ.
Ο Σ. έφυγε μάλλον ξαφνικά, εγώ τουλάχιστον ξαφνιάστηκα, περισσότερο ίσως που ήταν μπορεί και η πιο σύντομη γνωριμία μου με κάποιον που έχω πει τόσα πολλά, χωρίς σχεδόν να τον έχω δει, αλλά τουλάχιστον γλιτώσαμε αυτούς τους απαίσιους αποχαιρετισμούς που δεν μπορείς να αφήσεις τον άλλο, λες και θα αλλάξει κάτι, αφού αύριο πάλι το ίδιο θα είναι όλα κι αν δεν είναι δεν έχει και τόση σημασία γιατί κάποια πράγματα δεν χρειάζεται πάντα να συνεχίζονται, για να είναι απαραίτητα καλά.
Ο Α. έφυγε γιατί έτσι αποφάσισε, κι αυτός χωρίς λόγια, δεν του αρέσει νομίζω να μιλάει όταν σοβαρεύουν τα πράγματα, άλλωστε νομίζει ότι έφυγε για να ξαναγυρίσει και εγώ πιστεύω όλες του τις καλές προθέσεις, αλλά δεν θέλω να μπλεχτώ πάλι σε κάποιου είδους τρελό σενάριο, που κατά βάθος δεν πιστεύω κι άλλωστε όποτε πίστεψα δεν βρήκα άλλον να νιώθει μα-λά-κας, από μένα. Εφυγε και είπε ότι είναι για λίγο, μεταξύ μας έχω την αίσθηση πως κι αυτός μπορεί να σκεφτόταν πως τίποτε δεν είναι πιο πολύ από το "για λίγο", αλλά από την άλλη αν το έβλεπε όπως εγώ μπορεί να του χαλούσε αυτό το τόσο σίγουρο, βαρύ "εγώ", αφού ξέρουμε καλά, οι άντρες δεν κλαίνε και αυτός είναι ο μόνος που δεν θα μου άρεσε να δω να καταρρίπτει για πολλοστή φορά τον (γαμω)μύθο.
οι άντρες κλαίνε και κλαίνε πολύ. κάποιοι γιατί δεν ντρέπονται που τους συμβαίνει αυτό και κάποιοι άλλοι γιατί δεν ντρέπονται να κλάψουν ξανά και ξανά, για να σε πείσουν πως όλα μέσα τους πονάνε. κάποιοι γονατίζουν στα τέσσερα και παρακαλάνε, το έχω δει να συμβαίνει, και άλλοι παλεύουν με τα δάκρυα τους, γιατί δεν πρέπει, λένε, ή δεν θέλουν, λέω. κάποιοι δεν φοβούνται να συρθούν, αλλά όσούς είδα ήταν επειδή -νομίζω- τελικά έχουν μάθει σε τούτου του είδους το περπάτημα... η φύση. ή η λύση... όχι ακριβώς...
κάπως, με κάποιο τρόπο, θα βρω κάποτε τη λύση να σταματήσω τους αποχαιρετισμούς, αφού τόσο τους σιχαίνομαι. είναι αυτό που λέγαμε με ένα γνωστό, πως, κι αυτός δηλαδή όπως κι εγώ, δεν είμαστε καλοί στο να τελειώνουμε πράγματα.
ελπίζω η λύση να είναι πως δεν θα χρειαστεί να τελειώσω τίποτε άλλο από εδώ και πέρα γιατί εύχομαι πολύ ό,τι έμεινε να μην πρέπει να χαθεί... για τους δικούς του λόγους. έχω αφήσει λίγο χώρο για ό,τι μπορεί να μην βρήκα ακόμη και να είναι τόοοοσο καλό, αλλά είναι λίγος, γιατί κάποια έμειναν και αξίζουν οοοοόλο τον χώρο κι ακόμη παραπάνω. έχω αφήσει λίγο χώρο για κάποιους που μπορεί κάποτε να γυρίσουν, μπορεί και όχι, αλλά έστω και έτσι αυτό είναι ένα κενό που νομίζω θέλω να κρατήσω, τιμής ένεκεν ή κάπως έτσι... κανένα άλλο.
we are -almost- full.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home