uncensored
κάποτε ήθελα να σώσω τον κόσμο. κι έβαλα την σούπερ κάπα μου κι έκανα δρόμους πετώντας και τα λόγια ψαγμένα με σοφία τόση που να μην εκτεθώ και να φέρω γαλήνη, όπως την φαντάστηκα πίσω από τα ξύλινα κάγκελα, τα ίδια που κρυβόμουν πίσω όταν παρακαλούσα για ήλιο και ακτές και τότε με άκουσε κι όλα έγιναν όπως ήθελα και νόμιζα ότι έπρεπε.
ύστερα πετάξαμε το κρεβατάκι και ψάχνω ανάμεσα στις μαύρες σακούλες της μετακόμισης να βρω την σούπερ κάπα, δίχως να ξέρω καν αν μου χωράει πια στην πλάτη κι αν ταιριάζει με το νέο στυλ της εποχής.
ύστερα, πάλι ύστερα, είπα να μην τη βρω ποτέ, να σταματήσω να την ψάχνω, έχει ήλιο μερικές μέρες και όμορφα πράγματα να σκεπάζουν την ασχήμια, τα λάθη, τα κακά.
έδιωξα πολλά, κράτησα ελάχιστα, διώχνω ακόμη και φορές-φορές χωρίς να το θέλω στ' αλήθεια, αλλά χωρίς την κάπα κάποιες φορές όλα μοιάζουν δύσκολα, όπως το δίλημμα στα ανόητα πάρτι μερικών χρόνων πίσω που κάναμε ένα κύκλο στην καφέ μοκέτα και αναρωτιόμασταν τι είναι καλύτερο "αλήθεια ή θάρρος".
διάλεγα συνήθως αλήθεια, δεν με πείραζε ποτέ ιδιαίτερα να πω αυτό που σκέφτομαι, άλλο που μετά μπορεί να σκεφτόμουν πως ίσως έκανα λάθος.
μια φορά μόνο θυμάμαι να διαλέγω θάρρος και τότε ήταν στημένο, σιγά το θάρρος που ήθελε να φτιάξεις μια από τις ομορφότερες στιγμές της εποχής και για τους δύο. τότε.
κι από τότε όλο αλήθεια κι αλήθεια, παρότι θυμάμαι μικρή να τα λατρεύω τα ψέματα, μέχρι που είπα εκείνο το απρόσεκτο, ήθελα να κάνω εφέ, νόμιζα ότι θα άλλαζε κάτι και πιάστηκα βλάκας, τόσο βλάκας που τότε πρέπει να είπα όχι άλλα ψέματα, ίσως να προσπαθώ περισσότερο να φτιάξω καλύτερη αλήθεια, αλλά όχι ψέματα.
ως σήμερα, που νομίζω διαλέγω ακόμη αλήθεια και δεν έχω ιδέα αν τολμώ τόσο όσο νομίζω στο θάρρος, αναρωτιέμαι τα ψέματα γύρω μου αν μπορώ τα ξεχάσω ή αν δεν είδα καλά και είναι αλήθειες που δεν διακρίνω.
αν ήταν ψέμα οι στιγμές που περάσαμε μαζί γελώντας και κλαίγοντας, αγκαλιά ή στο τηλέφωνο, ή μήπως η αλήθεια ήταν πως δεν ήμασταν ποτέ όπως έπρεπε, πως δεν υπήρχε τόση αγάπη, κι αν δεν ήταν έτσι, γιατί θυμάμαι ως σήμερα, που έτυχε χωρίς καμία λογική, το δυνατό σου γέλιο, τα μάτια σου που φωτίζουν όλο το πρόσωπο, τη χροιά της φωνής σου, τα καλοκαίρια με τις εκδρομές, τα τρεξίματα στο μικρό αεροδρόμιο, τα χτυπήματα με τα χοντρά τακούνια σε ένα άδειο μαγαζί και την αμέτρητη βλακεία με στιχάκια για να διασκεδάσουμε τα άσχημα του καιρού. γιατί μου λείπεις, που είπα πως δεν ήσουνα ποτέ πολύ εκεί, παρά πολύ μακριά. δεν ξέρω, αλλά μου λειψες λιγάκι σήμερα, λιγάκι πάλι κάποια μέρα, αλλά δεν ξέρω αν θα στο πω ποτέ κι αν ήσουν ό,τι έμοιαζε...
κι αν ήταν ψέμα που κρατήσαμε χέρια και τραγουδήσαμε δυνατά, χωρίς τίποτα άλλο "πονηρό", όσο πονηρά ήταν πολλά άλλα γύρω και φωνάζαμε σε ένα νησί τόσο άδειο και σκέτο, πριν πάλι ξημερώσει και που μιλήσαμε κάπου ψηλά, χωρίς να ξέρουμε καλά-καλά ποια είναι η αγαπημένη μας γκριμάτσα και δεν πέρασε ούτε μια σταλιά ιδέας να αγγιχτούμε περίεργα, αγγίζαμε μονάχα σκέψεις κι ύστερα αυτές άνοιξαν πόλεμο με τα λόγια και μπήκες κι εσύ σε καραντίνα.
ή ίσως τα βράδια της απόλυτης ασχετοσύνης, από το πουθενά, να μπαίνουν σε καλούπι οι στιγμές μας και να φτιάχνουν το ομορφότερο σχήμα, πάνω που πίστευα πως δεν υπάρχει τίποτε να ταιριάζει σωστά...
κι υπάρχουν κι άλλα, που δεν με νοιάζει καθόλου πια αν ήταν αλήθεια ή ψέμα.
με νοιάζει μόνο να μείνουν εκεί πίσω, στα άσχημα σημάδια που άφησαν, να μου θυμίζουν ότι όλα μπορεί κάποτε να πάνε στραβά, αλλά πάντα υπάρχει κάτι εκεί στο τέλος, αν καταφέρεις να κάνεις όλη τη διαδρομή όρθιος και με τα μάτια ανοιχτά.
μια ιστορία, για μια ιστορία που ανήκει στην ιστορία. και δεν έχει πια καμια σημασία. πάει τόσος καιρός που μου θυμίζει ταινία από παλιά. την είδα, μετά βεβαιότητας. κι από κριτική σκοπιά ήταν μάλλον ενδιαφέρουσα. αλλά δε θα τη συνιστούσα. τα προσεχώς έχουν πολύ καλύτερες. δίχως χιλιοσκηνοθετημένα σενάρια, που απλά δεν έπεσαν ποτέ στα χέρια σου.
κάποια πράγματα δεν μπορείς να τα αλλάξεις. μόνο να τα αφήσεις πίσω και να βάλεις πλέγμα στις εφόδους τους. χειμωνιάτικη λήθη τεσσάρων εποχών.
ύστερα πετάξαμε το κρεβατάκι και ψάχνω ανάμεσα στις μαύρες σακούλες της μετακόμισης να βρω την σούπερ κάπα, δίχως να ξέρω καν αν μου χωράει πια στην πλάτη κι αν ταιριάζει με το νέο στυλ της εποχής.
ύστερα, πάλι ύστερα, είπα να μην τη βρω ποτέ, να σταματήσω να την ψάχνω, έχει ήλιο μερικές μέρες και όμορφα πράγματα να σκεπάζουν την ασχήμια, τα λάθη, τα κακά.
έδιωξα πολλά, κράτησα ελάχιστα, διώχνω ακόμη και φορές-φορές χωρίς να το θέλω στ' αλήθεια, αλλά χωρίς την κάπα κάποιες φορές όλα μοιάζουν δύσκολα, όπως το δίλημμα στα ανόητα πάρτι μερικών χρόνων πίσω που κάναμε ένα κύκλο στην καφέ μοκέτα και αναρωτιόμασταν τι είναι καλύτερο "αλήθεια ή θάρρος".
διάλεγα συνήθως αλήθεια, δεν με πείραζε ποτέ ιδιαίτερα να πω αυτό που σκέφτομαι, άλλο που μετά μπορεί να σκεφτόμουν πως ίσως έκανα λάθος.
μια φορά μόνο θυμάμαι να διαλέγω θάρρος και τότε ήταν στημένο, σιγά το θάρρος που ήθελε να φτιάξεις μια από τις ομορφότερες στιγμές της εποχής και για τους δύο. τότε.
κι από τότε όλο αλήθεια κι αλήθεια, παρότι θυμάμαι μικρή να τα λατρεύω τα ψέματα, μέχρι που είπα εκείνο το απρόσεκτο, ήθελα να κάνω εφέ, νόμιζα ότι θα άλλαζε κάτι και πιάστηκα βλάκας, τόσο βλάκας που τότε πρέπει να είπα όχι άλλα ψέματα, ίσως να προσπαθώ περισσότερο να φτιάξω καλύτερη αλήθεια, αλλά όχι ψέματα.
ως σήμερα, που νομίζω διαλέγω ακόμη αλήθεια και δεν έχω ιδέα αν τολμώ τόσο όσο νομίζω στο θάρρος, αναρωτιέμαι τα ψέματα γύρω μου αν μπορώ τα ξεχάσω ή αν δεν είδα καλά και είναι αλήθειες που δεν διακρίνω.
αν ήταν ψέμα οι στιγμές που περάσαμε μαζί γελώντας και κλαίγοντας, αγκαλιά ή στο τηλέφωνο, ή μήπως η αλήθεια ήταν πως δεν ήμασταν ποτέ όπως έπρεπε, πως δεν υπήρχε τόση αγάπη, κι αν δεν ήταν έτσι, γιατί θυμάμαι ως σήμερα, που έτυχε χωρίς καμία λογική, το δυνατό σου γέλιο, τα μάτια σου που φωτίζουν όλο το πρόσωπο, τη χροιά της φωνής σου, τα καλοκαίρια με τις εκδρομές, τα τρεξίματα στο μικρό αεροδρόμιο, τα χτυπήματα με τα χοντρά τακούνια σε ένα άδειο μαγαζί και την αμέτρητη βλακεία με στιχάκια για να διασκεδάσουμε τα άσχημα του καιρού. γιατί μου λείπεις, που είπα πως δεν ήσουνα ποτέ πολύ εκεί, παρά πολύ μακριά. δεν ξέρω, αλλά μου λειψες λιγάκι σήμερα, λιγάκι πάλι κάποια μέρα, αλλά δεν ξέρω αν θα στο πω ποτέ κι αν ήσουν ό,τι έμοιαζε...
κι αν ήταν ψέμα που κρατήσαμε χέρια και τραγουδήσαμε δυνατά, χωρίς τίποτα άλλο "πονηρό", όσο πονηρά ήταν πολλά άλλα γύρω και φωνάζαμε σε ένα νησί τόσο άδειο και σκέτο, πριν πάλι ξημερώσει και που μιλήσαμε κάπου ψηλά, χωρίς να ξέρουμε καλά-καλά ποια είναι η αγαπημένη μας γκριμάτσα και δεν πέρασε ούτε μια σταλιά ιδέας να αγγιχτούμε περίεργα, αγγίζαμε μονάχα σκέψεις κι ύστερα αυτές άνοιξαν πόλεμο με τα λόγια και μπήκες κι εσύ σε καραντίνα.
ή ίσως τα βράδια της απόλυτης ασχετοσύνης, από το πουθενά, να μπαίνουν σε καλούπι οι στιγμές μας και να φτιάχνουν το ομορφότερο σχήμα, πάνω που πίστευα πως δεν υπάρχει τίποτε να ταιριάζει σωστά...
κι υπάρχουν κι άλλα, που δεν με νοιάζει καθόλου πια αν ήταν αλήθεια ή ψέμα.
με νοιάζει μόνο να μείνουν εκεί πίσω, στα άσχημα σημάδια που άφησαν, να μου θυμίζουν ότι όλα μπορεί κάποτε να πάνε στραβά, αλλά πάντα υπάρχει κάτι εκεί στο τέλος, αν καταφέρεις να κάνεις όλη τη διαδρομή όρθιος και με τα μάτια ανοιχτά.
μια ιστορία, για μια ιστορία που ανήκει στην ιστορία. και δεν έχει πια καμια σημασία. πάει τόσος καιρός που μου θυμίζει ταινία από παλιά. την είδα, μετά βεβαιότητας. κι από κριτική σκοπιά ήταν μάλλον ενδιαφέρουσα. αλλά δε θα τη συνιστούσα. τα προσεχώς έχουν πολύ καλύτερες. δίχως χιλιοσκηνοθετημένα σενάρια, που απλά δεν έπεσαν ποτέ στα χέρια σου.
κάποια πράγματα δεν μπορείς να τα αλλάξεις. μόνο να τα αφήσεις πίσω και να βάλεις πλέγμα στις εφόδους τους. χειμωνιάτικη λήθη τεσσάρων εποχών.
6 Comments:
ep
edw?
nai pou na me parei... kai me pire.
issues.
xaxa... fuck yes...
schweet.
argisa na apantisw epeidi mou ekanan entupwsi ta sbismena sxolia apo katw.
kai ta xapia auta einai dunata, den kserw ti lew, opote kalutera na min pw tipote.
e?
xa, ante spiti sou, einai 3 i wra, den tha swseis esu ton kosmo.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home