Σάββατο, Νοεμβρίου 26, 2005

μερικές φορές τη σφαλιάρα την τρως στα ξαφνικά. και τότε είναι που το κεφάλι σου ζαλίζει σαν να ήπιες περίπου 1,5 κιλό σαμπάνιας. και δεν ήρθα πιωμένη στη δουλειά. ούτε καν έκανα κάτι να ξεφεύγει της ρουτίνας...

κουδουνίζει όμως.

μερικές φορές κάποια πολύ ασήμαντα, καθημερινά πράγματα σου φέρνουν το μυαλό στη θέση τους. και τώρα κατά 50% μιλάει ο εγωισμός μου. που γενικά έχει πάντα τον πρώτο λόγο. αλλά εν προκειμένω μου είναι αυτός που πατάει το κουμπάκι.

χθες, περπατώντας σπίτι σκέφτηκα ότι είχα καιρό να κουβαλήσω τέτοια φάτσα. και να περπατήσω τόσο αργά. τη διαδρομή την έκανα σε περίπου 60'. τα πόδια μου μάλλον τα έσερνα. και πριν δηλαδή τα έσερνα και απορώ γιατί δεν με πέταξαν έξω από την αίθουσα. όχι μόνο αυτό, αλλά μου είπαν και το πρώτο καλό πράγμα που άκουσα τις τελευταίες τρεις μέρες.

«απορώ πως καταφέρνεις να κάνεις το δύσκολο τόσο καλά και δυσκολεύεις τη ζωή σου με τα πιο απλά...». προς στιγμήν σκέφτηκα να του απαντήσω ότι είναι κι αυτό τύπου story of my life, αλλά ευτυχώς θυμήθηκα πως δεν θα τον ενδιέφερε διόλου κάτι τέτοιο και συνέχισα το μάθημά μου ευλαβικά...

μετά είπε να σταματήσουμε να βαριόμαστε, εγώ ήθελα πάλι να του πω ότι δε βαριέμαι, αλλά έχει πάει η ψυχή στα πόδια και γι' αυτό τα τραβολογάω σαν να είναι φορτωμένα με καφάσια μπύρας, πράγμα που θα ήταν καλό, ένα ποτάκι πάντα βοηθάει, περισσότερα είναι η λύση στο πρόβλημά σου (απόψε). ευτυχώς ύστερα μας έβαλε να κάνουμε κάτι άλλο, που έπρεπε να σιγοκλωτσάμε και τον εαυτό μας, μάλλον για να ξυπνήσει, μπορεί να ήταν και προσωπικά αφιερωμένη η άσκηση, την έκανα, αλλά -ακόμη καλύτερα- κάποια στιγμή κλώτσησα τον εαυτό μου περίπου όσο ήθελα τις τελευταίες τρεις μέρες και έπρεπε να αποσυρθώ...

όλοι στον δρόμο μιλούσαν για «κάποια», «κάποιον», αν τους πήρε τηλέφωνο, αν θα πάρουν αυτοί, αν προχώρησε το θέμα, γιατί τσακώθηκαν και τι ώρα είναι... όσοι δεν ήταν με κάποιον, έτρεχαν, μάλλον για να τον βρουν. ωραία, εγώ δεν είχα στήσει κανένα.

υπό άλλες προϋποθέσεις θα είχα μπει φουριόζα μέσα, για να ξαναβγώ το ίδιο φουριόζα και να πάω να δείξω τον καινούριο μου εαυτό, ελπίζοντας ότι τον παλιό τον θάψαμε κάπου που δεν βρίσκεται... δεν ήταν δα και κανας θησαυρός, οπότε δε σχεδιάσαμε και χάρτη.

άνοιξα την tv και πρόλαβα κάπου στο ξεκίνημα τον μύθο του ακέφαλου καβαλάρη. είπα, να μια καλή συγκυρία, θα δώσω σε αυτόν μια δεύτερη ευκαιρία, μήπως κι αλλάξω γνώμη κι έκφραση από αυτή που είχα την πρώτη φορά (αηδίας). θα σου πω ότι καθόλου δεν θα με ενδιέφερε να του δώσω ευκαιρία, αλλά σκέφτηκα με κάποιο συνειρμό ότι αυτό είναι το ελάχιστο σωστό που μπορώ να κάνω για σένα και πως, ίσως, σε κάποια ιδανική περίπτωση θα μπορούσαμε έτσι να είμαστε μαζί.

ο ακέφαλος καβαλάρης εξακολουθεί να μου φαίνεται αηδία. λίγο λιγότερο από την πρώτη φορά ωστόσο. αυτά που σκεφτόμουν όμως ήταν πολύ μεγάλες αηδίες. το κουδούνισμα στο κεφάλι αυτό σφυρίζει... **

ο μπεστ είπε μην πεθάνετε σαν κι εμένα. δεν είπε τίποτα για το μη ζήσετε σαν εμένα. εγώ, αν όλα τελείωναν αύριο, αυτό θα έλεγα. ελπίζω να μην συμβεί κάτι τέτοιο (εγώ και η eurobank), διότι έχω σκοπό να το αλλάξω το motto. αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός μου τα τελευταία -όλα- χρόνια.

όταν τις προάλλες γύρισα σπίτι στο βάθος του μυαλού μου είχα πλέξει μια μικρή περίπου εξέλιξη ιστορίας, με ένα-δυο γραμμές. ήταν μονίμως παράπονο, που δεν είχα επί προσωπικού λίγο από αυτό το μαγικό.

υποθέτω κάπως έτσι συνεχίζεται αυτή η ρουτίνα. μετά θα γυρίσω σε 5 λεπτά σπίτι, απόψε ίσως να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό, να δω ας πούμε αν προλαβαίνω να βγάλω το βιβλίο από τη φωτιά και να διαβάσω το τέλος του. ήλπιζα ότι δεν θα έχει τέλος, αλλά δεν ξέρω τι με έπιασε και το πέταξα στη φωτιά. ίσως και να ήξερα δηλαδή, αλλά δεν ήταν κανένας σοβαρός λόγος, έτσι;


** άλλωστε, ύστερα θυμήθηκα κι ετούτο...