Get up. Stand up.
ξυπνάς. κι είναι καλοκαίρι. και έχει την πιο χρωματιστή μέρα που θα μπορούσε να ζητήσει ο πιο στερεμένος ζωγράφος κι εσύ φοράς το αγαπημένο σου φόρεμα και κάθε σου βήμα το ακολουθεί το ωραιότερο σου τραγούδι και περπατάς χορεύοντας σε μια πίστα κατάδική σου κι ο κόσμος σου ανήκει, μπορείς να τα καταφέρεις όλα. και θα τα καταφέρεις. γιατί δεν έχεις και τίποτα καλύτερο να κάνεις... τίποτα... πότε σκοτείνιασε, πότε χειμώνιασε, πότε σταμάτησε η μουσική, πότε έγιναν όλα μαύρα, πότε άρχισες να φοβάσαι το σκοτάδι και πότε το άδειο σπίτι έμοιαζε έτοιμο να σε καταπιεί, πότε παραμορφώθηκε το κορμί σου και πότε γρατσουνίστηκαν οι μελωδίες, ποιος έβαψε τους τοίχους μαύρους και σέρνεσαι, ερείπιο σωστό... ξημέρωσε... ξημέρωσε... σήκω.
4 Comments:
Καλοκαιρινη ιστορια μεσα στη καρδια ενος χειμωνα που δεν λεει να ηρεμησει...
καφέεεεεεεεεε
(καλημέρα)
πιο εύστοχο δεν γινόταν! χαχα
μπορεί να πειράζει πιο πολύ αφού ξυπνήσεις, αλλά πολύ φοβάμαι ότι πρέπει.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home